Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Γαστρεντερικές διαταραχές: τι είναι η καλπροτεκτίνη;


Η καλπροτεκτίνη είναι μια πρωτεΐνη που ανήκει στην οικογένεια των πρωτεϊνών S100 και υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες στα ουδετερόφιλα κοκκιοκύτταρα, όπου αντιπροσωπεύει το 5% του συνόλου των πρωτεϊνών τους και το 60% των πρωτεϊνών του κυτταροπλάσματος. Μικρότερες ποσότητες καλπροτεκτίνης έχουν επίσης ανιχνευθεί σε μονοκύτταρα και ενεργοποιημένα μακροφάγα.

Η δομή της καλπροτεκτίνης αποτελείται από μια ελαφριά και δύο βαριές πολυπεπτιδικές αλυσίδες και έχει μοριακό βάρος 36.5 kDa. Η καλπροτεκτίνη έχει βακτηριοστατικές και μυκοστατικές ιδιότητες παρόμοιες με αυτές των αντιβιοτικών. Για το λόγο αυτό, η αφθονία της καλπροτεκτίνης στα ουδετερόφιλα κοκκιοκύτταρα και η αντιμικροβιακή της δράση, υποδηλώνει σημαντικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού.

Η καλπροτεκτίνη έχει βρεθεί σε πολλά ανθρώπινα βιολογικά υλικά: στα κόπρανα, στον ορό, στο σάλιο, στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό και στα ούρα. Ωστόσο, η εκτίμηση της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος για την ανίχνευση οποιασδήποτε φλεγμονής του εντέρου.

Όταν συμβαίνουν φλεγμονώδεις διεργασίες, η καλπροτεκτίνη απελευθερώνεται από τα κοκκία των ουδετερόφιλων κοκκιοκυττάρων και στην περίπτωση της φλεγμονής του εντέρου, η καλπροτεκτίνη μπορεί να ανιχνευθεί στα κόπρανα. Η μέτρησή της στα κόπρανα παρέχει άμεσες πληροφορίες σχετικά με τη θέση και τη σοβαρότητα της φλεγμονής, ενώ κατά τη μέτρησή της στον ορό ή το πλάσμα (όπως επίσης και των άλλων δεικτών φλεγμονής όπως π.χ. της CRP), η φλεγμονή μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε στο σώμα.

Η αυξημένη συγκέντρωση καλπροτεκτίνης στα κόπρανα είναι η άμεση συνέπεια της αποκοκκίωσης των ουδετερόφιλων εξαιτίας οποιασδήποτε βλάβης του βλεννογόνου. Η μέτρηση της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα προσφέρει μια σειρά από πλεονεκτήματα στην ανίχνευση της φλεγμονής του εντέρου. Σε ασθενείς με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου (IBD), δηλαδή ασθενείς που πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα, νόσο του Crohn και την λεγόμενη απροσδιόριστη κολίτιδα, τα επίπεδα της καλπροτεκτίνης είναι γενικά πολύ υψηλά. Σε ασθενείς με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS), τα επίπεδα της καλπροτεκτίνης είναι χαμηλότερα συγκριτικά με ασθενείς με ενεργό φλεγμονώδη νόσο του εντέρου ενώ ορισμένες φορές ανευρίσκονται λίγο υψηλότερα από ότι στα υγιή άτομα.

Η Καλπροτεκτίνη στους ενήλικες

Η μέτρηση της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα είναι ένα χρήσιμο μη-επεμβατικό διαγνωστικό τεστ, για τη διάκριση μεταξύ οργανικών και λειτουργικών γαστρεντερικών διαταραχών. Συνεπώς, συνιστάται για ασθενείς που παρουσιάζουν κλινικά συμπτώματα κοινά για ένα μεγάλο αριθμό γαστρεντερικών διαταραχών όπως φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (IBD), σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS), διάρροια, υποτροπιάζοντες κοιλιακούς πόνους κλπ. Εκτός του ότι είναι ένα έγκυρο εργαλείο για τη διάγνωση της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου και του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου, η μέτρηση της καλπροτεκτίνης είναι πολύ χρήσιμη στην παρακολούθηση της κλινικής πορείας και στη βελτιστοποίηση της θεραπείας σε ασθενείς που πάσχουν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.

Η εξέταση εκτελείται στο εργαστήριο μας σε δείγμα κοπράνων. Η καλπροτεκτίνη είναι μια εξαιρετικά σταθερή πρωτεΐνη και μπορεί να μετρηθεί στα κόπρανα αναλλοίωτη για περισσότερο από 7 ημέρες. Η συγκέντρωση της καλπροτεκτίνης επιτρέπει να καθορισθεί εάν οι ασθενείς πάσχουν είτε από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (οι τιμές καλπροτεκτίνης είναι σημαντικά αυξημένες) ή σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (οι τιμές καλπροτεκτίνης είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σύγκριση με τους ασθενείς με ενεργό νόσο, αν και οι τιμές μπορεί να είναι ελαφρώς υψηλότερες από εκείνες των υγιών ατόμων).

Εάν η συγκέντρωση καλπροτεκτίνης είναι μεγαλύτερη από 100 mg/kg (μg/g), το αποτέλεσμα πρέπει να θεωρείται θετικό και είναι σκόπιμο να διενεργηθούν περαιτέρω διαγνωστικές εξετάσεις. Σε υγιή ενήλικα άτομα, η μέση τιμή καλπροτεκτίνης είναι περίπου 25 mg/kg.

Η Καλπροτεκτίνη στα νεογνά και τα παιδιά

Ο προσδιορισμός της καλπροτεκτίνης στα κόπρανα είναι επίσης πολύ χρήσιμος στην παιδιατρική και τη νεογνολογία. Παιδιά που πάσχουν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου εμφανίζουν υψηλά επίπεδα καλπροτεκτίνης κοπράνων.
Η υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα της καλπροτεκτίνης κάνει την εξέταση πιο αξιόπιστη από άλλους βιοχημικούς δείκτες που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση πιθανής φλεγμονής του εντέρου.

Στα νεογνά, δεδομένου ότι η λειτουργία του εντέρου δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως, ο θηλασμός ή η διατροφή με τροποποιημένο γάλα κατά τη διάρκεια των πρώτων κιόλας ημερών της ζωής, προκαλεί φλεγμονώδη αντίδραση που συνοδεύεται από εξαιρετικά υψηλά επίπεδα καλπροτεκτίνης. Στις επόμενες ημέρες, οι τιμές αυτές μειώνονται όταν ο βλεννογόνος ανακτά τις φυσιολογικές του λειτουργίες. Χαμηλά ή και μηδενικά επίπεδα καλπροτεκτίνης σε νεογνά, μπορεί να οφείλεται σε άλλες παθολογικές καταστάσεις του εντέρου και απαιτούν περαιτέρω έρευνα.



Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Τι είναι το A-test και τι πληροφορίες μπορεί να δώσει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης;


To A-test είναι μια παλαιότερη εξέταση διαλογής (screening test), που πλέον έχει αντικατασταθεί από την αυχενική διαφάνεια και τις βιοχημικές μελέτες του Α΄ τριμήνου. Η αυχενική διαφάνεια, η οποία γίνεται σε μικρότερη ηλικία κύησης και έχει μεγαλύτερο ποσοστό ανίχνευσης, πλεονεκτεί ως διαγνωστική εξέταση σε σχέση με το Α-test. Ωστόσο, και το Α-test παρέχει πλήθος πολύτιμων πληροφοριών σχετικά με την υγεία του εμβρύου και τις πιθανότητες που αυτό παρουσιάζει να πάσχει από κάποια ανωμαλία.

Πότε γίνεται;
 Στην περίπτωση που μία έγκυος δεν έχει κάνει τον έλεγχο του Α΄ τριμήνου (δηλαδή την αυχενική διαφάνεια και τις βιοχημικές μελέτες) έχει τη δυνατότητα να κάνει το A-test. Το Α-test γίνεται στο Β' τρίμηνο της εγκυμοσύνης μεταξύ της 15ης και της 20ής εβδομάδας. Ιδανικά, θα πρέπει να γίνεται από την 16η έως την 18η εβδομάδα της κύησης. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να ζητηθεί από το θεράποντα ιατρό να γίνει το A-test σαν συμπληρωματική εξέταση (έστω κι αν έχει προηγηθεί η αυχενική διαφάνεια), εφόσον κρίνει ότι είναι αυτό είναι απαραίτητο για το ιστορικό της εγκύου.

Τι μελετάται και πως γίνεται η εξέταση;
Η εξέταση του Α-test περιλαμβάνει:
  1. Ένα απλό υπερηχογράφημα ανάπτυξης του εμβρύου, κατά το οποίο γίνεται και προσδιορισμός της ηλικίας της εγκυμοσύνης (με βάση την αμφιβρεγματική διάμετρο της κεφαλής του εμβρύου, BPD).
  2. Βιοχημικές μελέτες στο αίμα της μητέρας για τον προσδιορισμό των επιπέδων της β-χοριακής γοναδοτροπίνης (b-HCG), της α-φετοπρωτεϊνης (AFP) και της ασύζευκτης οιστριόλης (uE3).
Τα επίπεδα των b-HCH, AFP, uE3 και η ηλικία της εγκυμοσύνης σε συνδυασμό με το ιστορικό της μητέρας (ηλικία, σωματικό βάρος, διαβήτης, φυλή) θα συνυπολογιστούν από ένα ειδικό πρόγραμμα, από το οποίο θα προκύψει η στατιστική πιθανότητα που έχει το έμβρυο στο Β' τρίμηνο της εγκυμοσύνης για το σύνδρομο Down (τρισωμία 21) ή άλλες χρωμοσωματικές ανωμαλίες, όπως είναι η τρισωμία 18 (σύνδρομο Edwards) και η τρισωμία 13 (σύνδρομο Patau).


Πότε θεωρείται, ότι τα αποτελέσματα είναι θετικά ή αρνητικά για περαιτέρω έλεγχο;
Με βάση τη στατιστική πιθανότητα που προκύπτει από το Α-test, γίνεται ενημέρωση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων από τον εξειδικευμένο ιατρό προς τους γονείς και το θεράποντα ιατρό τους. Το αποτέλεσμα που μας δίνει το test δείχνει, αν υπάρχει αυξημένη ή ελαττωμένη πιθανότητα στο έμβρυο για τις τρισωμίες 21, 18 και 13, έτσι ώστε να προσφερθεί ή όχι η επιλογή ενός επεμβατικού διαγνωστικού ελέγχου (αμνιοπαρακέντηση), για να μελετηθούν τα χρωμοσώματα του εμβρύου.
Όταν η στατιστική πιθανότητα για κάποια από τις παραπάνω τρισωμίες είναι πάνω από 1/350 (π.χ. 1/250), τότε η εξέταση "διαλέγει" να προσφερθεί στους γονείς μια επεμβατική διαγνωστική μέθοδος. Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα, ότι το έμβρυο είναι πάσχον, αλλά ότι προσφέρεται στο ζευγάρι η επιλογή του επεμβατικού διαγνωστικού ελέγχου, για να βεβαιωθούν ότι τα χρωμοσώματα του εμβρύου είναι φυσιολογικά.
Όταν το αποτέλεσμα είναι κάτω από 1/350 (π.χ. 1/500), τότε η εξέταση δε “διαλέγει” να προσφερθεί στους γονείς περαιτέρω διερεύνηση μέσω επεμβατικής διαγνωστικής μεθόδου. Αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα για μια χρωμοσωματική ανωμαλία.
Οι γονείς, εφόσον ενημερωθούν για την πιθανότητα που έχει το έμβρυο για σύνδρομο Down, αλλά και την πιθανότητα για αποβολή που ενέχει η οποιαδήποτε επεμβατική διαδικασία, θα αποφασίσουν υπέρ ή κατά του επεμβατικού διαγνωστικού ελέγχου.
Ο επεμβατικός διαγνωστικός έλεγχος που προσφέρεται στο Β' τρίμηνο είναι η αμνιοπαρακέντηση. Ακόμη και αν οι γονείς αποφασίσουν να μην προχωρήσουν σε περαιτέρω επεμβατικό έλεγχο, συστήνεται να κάνουν το υπερηχογράφημα του B' τριμήνου (αναλυτικό υπερηχογράφημα).
Με τις πληροφορίες που παρέχονται και από το αναλυτικό υπερηχογράφημα μπορεί να υπάρχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης του εμβρύου, έτσι ώστε οι γονείς να αποφασίσουν να προβούν ή όχι στην αμνιοπαρακέντηση λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα.



Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Φαγούρα στα γυναικεία γεννητικά όργανα: Οι 7 πιθανές αιτίες



Η φαγούρα στα γεννητικά όργανα είναι ένα εξαιρετικά δυσάρεστο σύμπτωμα, ειδικότερα όταν εμφανίζεται σε ανύποπτο χρόνο, για παράδειγμα όταν βρισκόμαστε σε κάποιο δημόσιο χώρο ή στο χώρο εργασίας μας.

Η φαγούρα στα γυναικεία γεννητικά όργανα είναι μια συχνή ενόχληση που μπορεί να οφείλεται είτε σε κάτι πολύ απλό, όπως μια μεταβολή στα επίπεδα των ορμονών είτε σε κάποια λοίμωξη.

Δείτε ποιες είναι οι 7 συνηθέστερες αιτίες της φαγούρας στα γυναικεία γεννητικά όργανα:

1. Βακτηριακή κολπίτιδα

Είναι η συνηθέστερη αιτία της φαγούρας. Οφείλεται σε μεταβολή του pH του κόλπου και ανισορροπία στα επίπεδα των βακτηρίων που ζουν φυσιολογικά στα γυναικεία γεννητικά όργανα. Τα κολπικά υγρά στην περίπτωση βακτηριακής κολπίτιδας είναι αρκετά αραιά και δύσοσμα.

2. Κολπική μυκητίαση

Όπως και στην περίπτωση βακτηριακής κολπίτιδας, η κολπική μυκητίαση μπορεί να είναι αποτέλεσμα μεταβολής στο pH του κόλπου. Μπορεί να συμβεί χωρίς προφανή αιτία ή να είναι επακόλουθο της χρήσης αντιβιοτικών, της σεξουαλικής επαφής ή αλλαγής στις διατροφικές συνήθειες. Πέραν της φαγούρας, τυπικό σύμπτωμα της κολπικής μυκητίασης είναι η παραγωγή πηχτών, λευκών κολπικών υγρών.

3. Δερματίτιδα εξ επαφής

Ο ερεθισμός του δέρματος των γυναικείων γεννητικών οργάνων οφείλεται σε αλλεργική αντίδραση σε κάποιο προϊόν, όπως αρώματα ή πρόσθετα που βρίσκονται σε σαπούνια, μαλακτικά, προφυλακτικά ή λιπαντικά. Συνήθη συνοδά συμπτώματα σε περίπτωση δερματίτιδας εξ επαφής είναι το κοκκίνισμα και το οίδημα (πρήξιμο) στο δέρμα. Δεν αποκλείεται η δερματίτιδα εξ επαφής να είναι αποτέλεσμα της αποτρίχωσης των γεννητικών οργάνων με ξυραφάκι.

4. Έκζεμα ή ψωρίαση

Συγγενείς δερματοπάθειες όπως το έκζεμα και η ψωρίαση μπορεί να συνοδεύονται από φαγούρα και κοκκίνισμα στα γεννητικά όργανα. Το έκζεμα και η ψωρίαση συνοδεύονται από την εμφάνιση φολίδων ή εξανθημάτων στο δέρμα.

5. Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα

Αρκετά ΣΜΝ εκδηλώνονται με βασικό σύμπτωμα τη φαγούρα. Τα κυριότερα από αυτά είναι τα χλαμύδια, ο έρπης, η τριχομονίαση (τριχομονάδωση) και η γονόρροια. Στις γυναίκες που δεν κάνουν αποτρίχωση στην ευαίσθητη περιοχή, μία ακόμη πιθανή αιτία είναι οι ψείρες των τριχών της ήβης. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η φαγούρα συνήθως εξελίσσεται σε τσούξιμο και πόνο. Συνήθη συνοδά συμπτώματα των ΣΜΝ, αναλόγως βέβαια με το είδος της λοίμωξης, είναι οι ενοχλήσεις κατά την ενούρηση, η έκκριση δύσοσμων κολπικών υγρών, οι πληγές/τα εξανθήματα στα γεννητικά όργανα και ο πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.

6. Σκληροατροφικός λειχήνας (Lichen Sclerosus)

Πρόκειται για αρκετά σοβαρή πάθηση που εκδηλώνεται με την εμφάνιση λευκών κηλίδων επάνω στην επιδερμίδα των γεννητικών οργάνων. Η ορμονική λειτουργία ή η υπερδιέγερση του ανοσοποιητικού είναι δύο πιθανές αιτίες της εμφάνισης του σκληροατροφικού λειχήνα.

7. Ορμόνες

 Οποιαδήποτε μεταβολή ή διακύμανση στα επίπεδα των ορμονών (λόγω περιόδου, εγκυμοσύνης, εμμηνόπαυσης ή λήψης αντισυλληπτικών χαπιών) μπορεί να συνοδεύεται από τη φαγούρα στα γεννητικά όργανα. Η ξηρότητα του κόλπου είναι μια τυπική ένδειξη ότι οι ορμόνες ευθύνονται για την ενόχληση.

Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Θολά ούρα: Τι δείχνουν για την υγεία σας

Τα ούρα μπορούν να αποκαλύψουν σημαντικές πληροφορίες για την υγεία μας, καθώς μαζί με αυτά απορρίπτονται από τον οργανισμό μας τοξίνες και άλλες βλαβερές ουσίες.

Σημάδι καλής υγείας και ομαλής λειτουργίας του ουροποιητικού είναι τα εντελώς διάφανα ή ελαφρώς κιτρινωπά ούρα (στο χρώμα του σταχυού).

Τι σημαίνει εάν τα ούρα δεν είναι διάφανα αλλά θολά;

Η συνηθέστερη αιτία είναι η αφυδάτωση. Εάν δεν έχουν εκδηλωθεί άλλα ανησυχητικά συμπτώματα, όπως τσούξιμο ή πόνος κατά την ενούρηση, και τα ούρα επανέλθουν στη φυσιολογική τους απόχρωση μετά από μερικές ημέρες, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.

Άλλη μια κοινή αιτία είναι η βακτηριακή λοίμωξη. Εάν εισχωρήσουν στην ουροδόχο κύστη μικροοργανισμοί όπως το βακτήριο Εσερίχια κόλι (E.coli), αποστέλλονται στο σημείο λευκά αιμοσφαίρια για να αντιμετωπιστεί η λοίμωξη. Τα λευκά αιμοσφαίρια που απορρίπτονται μέσω των ούρων ευθύνονται για τα θολά ούρα στην περίπτωση αυτή.

Στις γυναίκες, τα κολπικά υγρά που παράγονται σε περίπτωση κολπίτιδας (από βακτήριο, μύκητα ή παράσιτο) μπορεί να αλλοιώσουν την απόχρωση των ούρων και αυτά να μοιάζουν θολά.

Στους άντρες, τα ούρα μπορεί να είναι θολά μετά τη σεξουαλική επαφή, λόγω υπολειμμάτων σπέρματος που απορρίπτονται μαζί με αυτά.

Τα ούρα μπορεί επίσης να είναι θολά λόγω κρυστάλλων ασβεστίου ή φωσφόρου που απορρίπτει το σώμα. Η αιτία στην περίπτωση αυτή είναι πιθανότατα η διατροφή, για παράδειγμα η υπερκατανάλωση γάλακτος, τυριού ή ζωικών οργάνων όπως το συκώτι και οι νεφροί.



Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Τεστ Πατρότητας

Το Τεστ Πατρότητας είναι μια εργαστηριακή εξέταση που γίνεται για να διαπιστωθεί αν ένας άνδρας είναι ο πατέρας ενός συγκεκριμένου παιδιού.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες γίνονται κάθε χρόνο τουλάχιστον 250-300.000 επίσημα τεστ πατρότητας.


Ποια είναι η γενετική μας ταυτότητα;
 Τα βιολογικά μας χαρακτηριστικά καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό, από τις γενετικές πληροφορίες που βρίσκονται κωδικοποιημένες στο γενετικό υλικό μας, το DNA, που περιέχεται σε κάθε κύτταρο του σώματός μας. Το γενετικό μας υλικό και ειδικότερα οι γενετικές μας πληροφορίες (γονίδια) προέρχονται από αμοιβαία συνεισφορά ίσης ποσότητας γενετικού υλικού από τους δύο γονείς (μέσω του ωαρίου και του σπερματοζωαρίου).
Κάθε παιδί που γεννιέται διατηρεί σε όλα τα σωματικά του κύτταρα 46 χρωμοσώματα (23 ζευγάρια), από τα οποία παίρνει τα μισά από κάθε γονέα.  Ο συνδυασμός των δεκάδων χιλιάδων γενετικών πληροφοριών των γονέων στο παιδί τους προσδίδει μια νέα, μοναδική και καθοριστική Γενετική Ταυτότητα.
Η Γενετική, για τον καθένα μας,  Ταυτότητα, σε συνδυασμό με τις επιδράσεις του περιβάλλοντός μας, δημιουργεί τη μοναδική  Βιολογική  Ταυτότητα, που χαρακτηρίζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη.


Ποια είναι η αξιοπιστία της εξέτασης;
Η μεγάλη ανάπτυξη της Μοριακής Παθολογίας και της Γενετικής και ειδικότερα η μελέτη του ανθρώπινου γονιδιώματος μας δίνουν την δυνατότητα προσδιορισμού των γενετικών δεικτών, μοναδικών για κάθε άνθρωπο, που οδηγούν στον πλήρη προσδιορισμό πατρότητας σε ποσοστό μέχρι και 99,9999%.


Ποια είναι η διαδικασία της εξέτασης ;
Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται λεπτομερώς για την όλη διαδικασία και συνυπογράφουν τα σχετικά έντυπα. 
Ακολούθως γίνεται αιμοληψία από τη μητέρα, το παιδί και τον φερόμενο ως πατέρα. Τα στοιχεία του παιδιού δίνονται με ευθύνη της μητέρας.


Με ποια μέθοδο γίνεται η εξέταση;
 Απομονώνεται το γενετικό υλικό (DNA) και στη συνέχεια πολλαπλασιάζονται επιλεκτικά, ειδικές περιοχές του DNA με την τεχνική της Αλυσιδωτής Αντίδρασης Πολυμεράσης (PCR).
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των τριών ή και άλλων ατόμων συγκρίνονται μεταξύ τους και αξιολογούνται. Η εικόνα των χαρακτηριστικών του παιδιού πρέπει να περιέχει χαρακτηριστικά που να είναι όμοια με αυτά της μητέρας. Τα χαρακτηριστικά που δεν αντιστοιχούν με αυτά της μητέρας συγκρίνονται με αυτά του φερόμενου ως πατέρα και με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώνεται ή απορρίπτεται η πατρότητα. Αντίστοιχες συγκρίσεις γίνονται ανάλογα με την εξεταζόμενη συγγενική σχέση.


Πόσο καιρό κάνει να βγουν τα αποτελέσματα;
Περίπου 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία λήψης των δειγμάτων.


Πως εξασφαλίζεται το απόρρητο της εξέτασης;
Η διασφάλιση του απορρήτου της εξέτασης και των αποτελεσμάτων τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα και εξασφαλίζεται με:
  • την υπογραφή συγκεκριμένων εντύπων από τους εξεταζόμενους ή ενδιαφερόμενους για τη διεξαγωγή της εξέτασης με παράλληλη επίδειξη εγγράφων με τα στοιχεία ταυτότητας,
  • τη λήψη των δειγμάτων αίματος στο εργαστήριο παρόντων όλων  των ενδιαφερομένων,
  • με τη παράδοση των αποτελεσμάτων από υπεύθυνο του ιατρείου μας ιδιοχείρως και αποκλειστικά στους ενδιαφερόμενους.


Που μπορώ να κάνω την εξέταση;
Στο μικροβιολογικό μας ιατρείο, με την συνεργασία ειδικού κέντρου αναφοράς, γίνεται το τεστ πατρότητας, χρησιμοποιώντας την πιο χρήσιμη τεχνολογία,  με κάθε εχεμύθεια , τηρώντας όλους τους κανόνες του ιατρικού απορρήτου και τους κώδικες της ιατρικής δεοντολογίας .
          

 Για περισσότερες πληροφορίες ή δωρεάν ενημερωτικό ραντεβού για την εξέταση τηλεφωνήστε στο 210-2011741 και 210-2013615

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) ή σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες ή αφροδίσια νοσήματα ονομάζονται ασθένειες ή μολύνσεις οι οποίες μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της ανθρώπινης σεξουαλικής συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων του σεξ, του στοματικού σεξ και του πρωκτικού σεξ. Μερικά ΣΜΝ μπορούν να μεταδίδονται και μέσω της χρήσης βελονών μετά τη χρήση τους από ένα μολυσμένο άτομο, καθώς και μέσω της γέννας ή του θηλασμού.
Οι ασθένειες αυτές μπορεί να οφείλονται σε διάφορες αιτίες όπως βακτήρια, σε ιούς, σε παράσιτα , μύκητες (βαλανοποσθίτιδα, αιδοιοκολπίτιδα, ουρηθρίτιδα, τραχηλίτιδα ) κλπ.
Παθήσεις σεξουαλικώς μεταδιδόμενες είναι ακόμη  τα χλαμύδια, η γονόρροια (βλεννόρροια) και η σύφιλη (ωχρά σπειροχαίτη).
Ιογενή ΣΜΝ είναι η ηπατίτιδα Β, η ηπατίτιδα C, ο Ιός Έρπητα , το AIDS , ο Human Papillomavirus (HPV)- κονδυλώματα (60 διαφορετικοί τύποι),  και άλλα.
Προσβολή από παράσιτα όπως  η φθειρίαση ( ψείρες ) του εφηβαίου δημιουργεί αρκετά συχνά προβλήματα, οπωσδήποτε σε μικρότερο βαθμό από ότι παλαιότερα.
Άλλο, κοινό, ΣΜΝ οφειλόμενο σε ένα είδος παρασίτου, είναι οι τριχομονάδες. Την βρίσκουμε αρκετά συχνά ιδιαίτερα σε εξετάσεις κολπικών υγρών καθημερινής ρουτίνας.
Η χρήση προφυλακτικού κατά τις  ερωτικές  σχέσεις προστατεύει σε αρκετά σημαντικό βαθμό τη μετάδοση κάποιων από αυτά τα νοσήματα, χωρίς όμως να μας καλύπτει απόλυτα.




Μήπως πάσχω από κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα;

Αυτή είναι μια συχνή ερώτηση που πολλοί άνθρωποι μας κάνουν στο ιατρείο μας. Είναι σύνηθες όταν κάποιο άτομο, ιδιαίτερα μετά από κάποια σεξουαλική επαφή , ιδίως όταν αισθάνεται κάψιμο, τσούξιμο (ιδίως κατά την ούρηση), έκκριση υγρού από την ουρήθρα, αύξηση των κολπικών υγρών, κοκκινίλα στα γεννητικά όργανα, να ζητήσει την συνδρομή του ειδικού ιατρού. Αυτό βέβαια είναι πολύ προτιμότερο από το να ζητάμε συμβουλές από «έμπειρους» φίλους και γνωστούς, που τις περισσότερες φορές θα μας ενημερώσουν λανθασμένα.

Στο ιατρείο μας, έχοντας πολυετή εμπειρία πάνω στα προβλήματα των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων και ανάλογα με την περίπτωση γίνονται οι παρακάτω διαγνωστικές εξετάσεις:

Εξέταση κολπικού υγρού ή σπέρματος ή και ουρηθρικού υγρού (ανάλογα με την περίπτωση) για:
  • Τριχομονάδες
  • Μύκητες 
  • Neisser
  • Κόκκους
  • Clue cells
  • Καλλιέργεια αερόβιος- Καλλιέργεια αναερόβιος – Αντιβιόγραμμα επί θετικής καλλιέργειας 
  • Μυκοπλάσματα Hominis – Ureaplasma Urealiticum 
  • Χλαμύδια
  • Καλλιέργεια για γονόκοκκο.

Επίσης μοριακές εξετάσεις για HPV

Εξετάσεις αίματος για Σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα:
  • HIV I + II (για AIDS)
  • HCV 
  • HBV(HbsAg) (anti-core, anti-c-IgM, anti-e ,αντιγόνο –e , anti-s) 
  • VDRL(για σύφιλη)
  • Ιός του απλού Έρπητα τύπου 1 και 2

Οι περισσότερες από τις εξετάσεις αυτές , πλην των μοριακών, καλύπτονται από τα ασφαλιστικά ταμεία.


Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Τι είναι ο αιματοκρίτης;

Ο αιματοκρίτης είναι ένας βιολογικός δείκτης που φανερώνει το ποσοστό του όγκου που καταλαμβάνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα. Εκφράζεται ως ποσοστό του όγκου ερυθρών αιμοσφαιρίων ανά συγκεκριμένη ποσότητα αίματος. Συντομογραφείται ως ΗΤ, HCT, PCV (packed cell volume, δηλ. «συμπιεσμένος όγκος κυττάρων») ή και EVF (erythrocyte volume fraction, δηλ. «κλασματικός όγκος ερυθροκυττάρων»). Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο αιματοκρίτης δείχνει «πόσο πυκνό είναι το αίμα». Ο αιματοκρίτης χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί η αναιμία (μαζί με την τιμή της αιμοσφαιρίνης).

Οι φυσιολογικές τιμές κυμαίνονται κατά μέσο όρο γύρω στο 45%, και πιο συγκεκριμένα σε 42-52% για τους άνδρες και σε 35-47% για τις γυναίκες. Οι τιμές μπορούν να διαφοροποιούνται από εργαστήριο σε εργαστήριο και, παράλληλα, ανάλογα με την ηλικία του εξεταζόμενου. Στα θηλαστικά, ο αιματοκρίτης είναι ανεξάρτητος του σωματότυπου. Τα φυσιολογικά επίπεδα του αιματοκρίτη καθορίζονται κυρίως από την ηλικία και δευτερευόντως από το φύλο. ). Μετά τα 60 οι άντρες και οι γυναίκες έχουν ελαφρά χαμηλότερες τιμές αιματοκρίτη κάτι που αντανακλά τον χαμηλότερο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων σε αυτήν την ηλικία. Ο προσδιορισμός του αιματοκρίτη συνήθως πραγματοποιείται στα πλαίσια μιας γενικής εξέτασης αίματος στην οποία προσδιορίζονται και άλλα βιοχημικά δεδομένα όπως ο αριθμός ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων, των αιμοπεταλίων κ.ά.

Όταν ο αιματοκρίτης είναι εκτός των παραπάνω ορίων αναφοράς, τότε το άτομο έχει χαμηλό ή υψηλό αιματοκρίτη. Μια χαμηλή τιμή αιματοκρίτη μπορεί να υποδηλώνει λιγότερα ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα από το κανονικό. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια (ερυθροκύτταρα) παράγονται στο μυελό των οστών μετά από την επίδραση της ερυθροποιητίνης, μιας ορμόνης που εκκρίνεται κυρίως στα νεφρά. Μία μικρή ποσότητα ερυθροποιητίνης παράγεται από κύτταρα του ήπατος. Ο μυελός των οστών κάτω από την επίδραση της ερυθροποιητίνης και μόνο επί παρουσίας θρεπτικών ουσιών όπως σιδήρου, βιταμίνης Β12, φυλλικού οξέως, παράγει τα ερυθρά αιμοσφαίρια τα οποία απελευθερώνει στο αίμα. Μετά από περίπου 120 μέρες, το γερασμένο ερυθρό αιμοσφαίριο καταστρέφεται στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα και ιδιαίτερα στο σπλήνα.
Τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι απαραίτητα για την μεταφορά του οξυγόνου στους ιστούς, μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Αυτό γίνεται με την αιμοσφαιρίνη (hemoglobin), μια πρωτεΐνη που περιέχουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια, η οποία δεσμεύει το οξυγόνο που εισπνέουμε και το απελευθερώνει στα τριχοφόρα αγγεία. Το μέσο ερυθροκύτταρο περιέχει 350 εκατομμύρια μόρια αιμοσφαιρίνης, καθένα από τα οποία μπορεί να μεταφέρει 4 μόρια οξυγόνου. Η βαθμιαία εγκατάσταση αναιμίας δίνει συχνά στον οργανισμό τον απαιτούμενο χρόνο για να κινητοποιήσει τους εγγενείς αντιρροπιστικούς του μηχανισμούς με αποτέλεσμα τα συμπτώματα να εμφανίζονται μόνο όταν η αναιμία γίνει βαριά, ιδίως μάλιστα εάν πρόκειται για μη ηλικιωμένο άτομο.

Ο αιματοκρίτης αποτελεί βασικό δείκτη της κατάστασης ενυδάτωσης, αναιμίας ή σοβαρής απώλειας αίματος του σώματος, καθώς και της ικανότητας του σώματος να μεταφέρει οξυγόνο. Η εμφάνιση μειωμένου αιματοκρίτη μπορεί να οφείλεται είτε σε υπερυδάτωση, η οποία αυξάνει τον όγκο πλάσματος, είτε σε μείωση του αριθμού των ερυθροκυττάρων, η οποία προκαλείται από αναιμίες, απώλεια αίματος ή ασθένειας που συνδέεται με την καταστροφή ή τη μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων. Αυξημένος αιματοκρίτης μπορεί να αποτελεί ένδειξη απώλειας υγρών, όπως στην περίπτωση αφυδάτωσης, θεραπείας με διουρητικά και εγκαυμάτων, ή σε αύξηση του αριθμού των ερυθροκυττάρων, όπως στην περίπτωση καρδιαγγειακών διαταραχών, αληθούς πολυκυτταραιμίας και μειωμένου αερισμού.

Αν ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων υπολείπεται του κανονικού, τότε οι αιματολογικές εξετάσεις θα δείξουν χαμηλό αιματοκρίτη, που σημαίνει ότι τα διάφορα όργανα του σώματος δεν λαμβάνουν αρκετό οξυγόνο. Σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί να εμφανιστούν τα συμπτώματα της αναιμίας
  • εύκολη κόπωση
  • δύσπνοια
  • απώλεια αντοχής
  • αδυναμία συγκέντρωσης
  • αίσθημα ταχυκαρδίας
  • συχνές ζαλάδες
  • λιποθυμική τάση η οποία μπορεί να φτάσει και έως την λιποθυμία.
  • χλωμό δέρμα
  • ερυθρίαση (ξαφνικό κοκκίνισμα του δέρματος)
  • συχνοί πονοκέφαλοι

Η αναιμία είναι η πιο συχνή κατάσταση που προκαλεί χαμηλό αιματοκρίτη. Ενίοτε δεν πρόκειται για αληθή αναιμία, αλλά για φορεία στίγματος αναιμίας, που προκαλεί μικρή πτώση του αιματοκρίτη.
Στην αναιμία υπάρχει πτώση της μάζας των ερυθρών αιμοσφαιρίων που κυκλοφορούν στο αίμα, με αποτέλεσμα την ελάττωση της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης του αίματος και του αιματοκρίτη. Αιματοκρίτης κάτω από 30 υποδηλώνει μέτρια έως σοβαρή αναιμία.

Κάθε νόσημα ή παθολογικός παράγοντας που προκαλεί ελάττωση του ρυθμού παραγωγής των ερυθρών αιμοσφαιρίων ή ελάττωση του μέσου όρου ζωής των ερυθρών αιμοσφαιρίων έχει ως αποτέλεσμα αναιμία.

Οι γυναίκες πρέπει να ξέρουν ότι κατά την εγκυμοσύνη, οι φυσιολογικές τιμές του αιματοκρίτη είναι χαμηλότερες από ότι συνήθως (π.χ. 34% σε μονή κύηση και 30% σε πολύδυμο κύηση). Οι χαμηλότερες τιμές του αιματοκρίτη όταν υπάρχει εγκυμοσύνη αντανακλούν τη φυσιολογική υδραιμία της κύησης και δεν δηλώνουν πραγματική αναιμία. Στην εγκυμοσύνη υπάρχει αύξηση του όγκου του πλάσματος της κυοφορούσας, με αποτέλεσμα να ‘αραιώνει’ η περιεκτικότητα του αίματος σε ερυθρά αιμοσφαίρια (αιμοαραίωση). Μιλάμε τότε για ‘φαινομενική’ αναιμία και όχι για πάθηση, εκτός και αν αυτή η κατάσταση επιδεινωθεί.
Να σημειωθεί ότι υπάρχουν φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν χαμηλό  ή υψηλό  αιματοκρίτη. Παροδική, μικρή πτώση του αιματοκρίτη προκαλείται από τις ιώσεις, την κόπωση, το stress και την αϋπνία. Χαμηλό αιματοκρίτη προκαλούν η κατάκλιση, η υπερφόρτωση με υγρά, οι διατροφικές ανεπάρκειες, ορισμένες ορμονικές διαταραχές και, όπως είπαμε, η εγκυμοσύνη.

Όταν υπάρχει πραγματική αναιμία (ανεξάρτητα από το αν υπάρχει εγκυμοσύνη) αυτή οφείλεται  συνήθως σε έλλειψη σιδήρου και αποκαλείται σιδηροπενική αναιμία. Εκτός από τη σιδηροπενική αναιμία, ο χαμηλός αιματοκρίτη μπορεί να οφείλεται και σε άλλες καταστάσεις, όπως σε έλλειψη βιταμινών ή ιχνοστοιχείων και κάποια χρόνια ασθένεια.

Ο χαμηλός αιματοκρίτης μπορεί επίσης να προκύψει όταν υπάρχει απώλεια αίματος. Η οξεία απώλεια αίματος από εσωτερική αιμορραγία (όπως από ένα αιμορραγικό έλκος) ή εξωτερική αιμορραγία (από το τραύμα) μπορεί να ρίξει τον αιματοκρίτη σε εκπληκτικά σύντομο χρονικό διάστημα (και να προκαλέσει αναιμία). Το ίδιο συμβαίνει όταν υπάρχουν επαναλαμβανόμενες μικρές αιμορραγίες (έλκη στομάχου, αιμορροΐδες κλπ). Οι νεαρές γυναίκες είναι πιθανό να έχουν χαμηλό αιματοκρίτη, λόγω της απώλειας αίματος κάθε μήνα με την κανονική έμμηνο ρύση. Αυτή η αναιμία είναι γενικά χωρίς σημαντικά συμπτώματα καθώς η απώλεια αίματος είναι σχετικώς μικρή και προσωρινή.
Για να διευκρινιστούν με ακρίβεια οι λόγοι μιας αναιμίας απαιτούνται αιματολογικές εξετάσεις πέραν του αιματοκρίτη. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει το σίδηρο, τη φερριτίνη δηλαδή τις αποθήκες σιδήρου, τη βιταμίνη Β12 και το φυλλικό οξύ.

Παρά το γεγονός ότι η έλλειψη σιδήρου αποτελεί το πιο συχνό αίτιο αναιμίας, η αναιμία μπορεί να προκληθεί από βλάβη σε οποιοδήποτε σημείο του κύκλου της ερυθροποίησης. Έτσι για παράδειγμα η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια προκαλεί μείωση της παραγωγής της ερυθροποιητίνης και αναιμία. Χρόνια νοσήματα που προκαλούν βλάβη στο μυελό των οστών, όπως καρκινώματα, χρόνιες φλεγμονές, λευχαιμίες έχουν ως αποτέλεσμα αναιμία.
Νοσήματα που εφοδιάζουν τον μυελό των οστών με άλλες ανεπαρκείς ωφέλιμες ουσίες εκτός του σιδήρου, όπως η έλλειψη Β12, φυλλικού οξέως έχουν ως αποτέλεσμα εμφάνιση αναιμίας.
Νοσήματα που προκαλούν αιμόλυση και αυξημένη καταστροφή ερυθρών όπως κληρονομικές θαλασσαιμίες και δρεπανοκυτταρικά σύνδρομα οδηγούν σε αναιμία.
Νοσήματα που προκαλούν απώλεια ερυθρών λόγω αιμορραγίας όπως είναι η γαστρορραγία έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αναιμίας. Η ασφαλής διερεύνηση ορισμένων περιπτώσεων αναιμίας μπορεί να απαιτεί πολύπλοκο εργαστηριακό έλεγχο ή και εισαγωγή στο νοσοκομείο.
Κατά τη σωστή ιατρική εξέταση από τον παθολόγο, που διαθέτει γνώση και κλινική εμπειρία, ο χαμηλός αιματοκρίτης αξιολογείται με βάση στοιχεία από το ιστορικό σε συνδυασμό με τα ευρήματα της ιατρικής φυσικής εξέτασης και των εργαστηριακών ελέγχων. Η ακριβής εντόπιση του αιτίου, που προκαλεί χαμηλό αιματοκρίτη, είναι σημαντική για την χορήγηση της ενδεικνυόμενης αγωγής.

Ο υψηλός αιματοκρίτης στη συνείδηση αρκετών είναι λανθασμένα δείκτης υγείας. Πότε όμως και για ποιους λόγους πρέπει να μας ανησυχούν τα «κόκκινα μάγουλα» και ο «πολύ καλός αιματοκρίτης»;
Ο υψηλός αιματοκρίτης (ερυθροκυττάρωση) μπορεί να είναι τυχαίο εύρημα στον τακτικό εργαστηριακό έλεγχο ή να διαπιστωθεί στα πλαίσια διερεύνησης κάποιου συμπτώματος, όπως θρόμβωση, υπέρταση, ζάλη, κεφαλαλγία. 

Οι υψηλές τιμές αιματοκρίτη οφείλονται συνήθως σε αφυδάτωση (καθώς μειώνεται ο όγκος του αίματος) αλλά οι τιμές επανέρχονται σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από επαρκή πρόσληψη υγρών. Πιο σπάνια ο υψηλός αιματοκρίτης συνδέεται με αυξημένο αριθμό ερυθροκυττάρων σε επίπεδα πάνω από τα φυσιολογικά. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται γνήσια ερυθραιμία (polycythemia vera) και προκύπτει είτε γιατί υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο μυελό των οστών, είτε, συνηθέστερα, ως εξισορρόπηση του οργανισμού στην ανεπαρκή πνευμονική λειτουργία, ο μυελός των οστών παράγει περισσότερα ερυθροκύτταρα ώστε να μεταφέρουν επαρκές οξυγόνο σε όλο το σώμα. Στις περιπτώσεις που σε επανειλημμένες αιματολογικές εξετάσεις ο αιματοκρίτης βρίσκεται αυξημένος, πρέπει να γίνει η διερεύνηση της αιτίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση αναβολικών αλλά και άλλων φαρμάκων, όπως ανδρογόνα, η θυροξίνη, οι αυξητικές ορμόνες και τα κορτικοειδή ενοχοποιούνται για αύξηση του αιματοκρίτη.

Τα μονίμως πολλά ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα (γνήσια ερυθραιμία) δεν είναι καλό για την υγεία.  Υψηλός αιματοκρίτης που οφείλεται σε ερυθραιμία σημαίνει ότι το «αίμα είναι αρκετά πυκνό» κάτι που αυξάνει την αρτηριακή πίεση ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να σχηματισθεί πιο εύκολα θρόμβος και τελικά καρδιακή προσβολή (έμφραγμα).  Άτομα με αιματοκρίτη πάνω από 50% εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου ή εγκεφαλικού επεισοδίου.

Επίσης, ο κίνδυνος για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αυξάνεται σημαντικά όταν ο αιματοκρίτης είναι υψηλός. Άνδρες με αιματοκρίτη πάνω από 48% εμφανίζουν 4 φορές υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 απ’ ότι άνδρες με αιματοκρίτη κάτω από 42%. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα συμβαίνει διότι όταν το αίμα είναι πυκνό, η ινσουλίνη δυσκολεύεται να μεταφέρει τη γλυκόζη μέσα στα κύτταρα με αποτέλεσμα να ανεβαίνει το «ζάχαρο» στο αίμα, με άλλα λόγια να προκαλείται διαβήτης τύπου 2.


Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗ

Η χοληστερίνη ή χοληστερόλη είναι κηρώδης στερόλη που βρίσκεται στη μεμβράνη των κυττάρων όλων των ιστών του σώματος, και στο πλάσμα του αίματος όλων των ζώων. Μικρότερες ποσότητες χοληστερίνης απαντώνται και στις μεμβράνες των φυτών.

Όταν κάνουμε μια εξέταση αίματος μετράμε την ολική χοληστερίνη, την «κακή» χοληστερίνη, την «καλή» χοληστερίνη και υπολογίζουμε την αναλογία τής «καλής» προς την «κακή» χοληστερίνη. Αν κοιτάξουμε ένα βιβλίο βιοχημείας, θα δούμε, ότι υπάρχει ένα διάγραμμα της χοληστερίνης. Αυτή είναι η μόνη μορφή της χοληστερίνης. Δεν υπάρχει «κακή» και «καλή» χοληστερίνη.





Η χοληστερόλη δε διαλύεται στο νερό, έτσι δεν διαλύεται και στο αίμα, Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να μεταφερθεί στο σώμα μέσα σε ένα μικρότερο μόριο μεταφοράς, γνωστό ως λιποπρωτεΐνη. Ένα άλλο συστατικό, που δεν μπορεί να διαλυθεί στο αίμα είναι το λίπος. Τα λίπη / τριγλυκερίδια και η χοληστερίνη είναι συνεπιβάτες μέσα στις λιποπρωτεΐνες. 
Υπάρχουν διάφοροι τύποι λιποπρωτεινών. Η μεγαλύτερη ονομάζεται χυλομικρόν. Ένα επίπεδο πιο κάτω σε μέγεθος από το χυλομικρόν είναι μια λιποπρωτεΐνη γνωστή ως VLDL, η πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη. Ένα επίπεδο ακόμα πιο κάτω σε μέγεθος είναι η IDL, η μεσαίας πυκνότητας λιποπρωτεΐνη. Αυτή σχηματίζεται, όταν η VLDL χάνει ένα τριγλυκερίδιο και μικραίνει. Ένα επίπεδο πιο κάτω σε μέγεθος είναι η LDL, η χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη, γνωστή και ως «κακή χοληστερίνη». Δεν είναι όμως χοληστερίνη, αλλά λιποπρωτεΐνη. Η πιο μικρή λιποπρωτεΐνη είναι η HDL, η υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη, γνωστή και ως «καλή» χοληστερίνη. Ούτε όμως αυτή είναι χοληστερίνη, αλλά λιποπρωτεΐνη. 

Αξιοσημείωτο είναι, ότι η HDL περιέχει περισσότερη χοληστερίνη από κάθε άλλο είδος λιποπρωτεΐνης στο σώμα και όμως θεωρείται, ότι προστατεύει την καρδιά μας. Ο βασικότερος λόγος είναι διότι η λιποπρωτεΐνη  HDL παράγεται στο συκώτι και πιστεύεται, ότι απομακρύνει τη χοληστερίνη από τις αθηρωματικές πλάκες στις αρτηρίες και τη μεταφέρει πίσω στο συκώτι. Στο συκώτι η χοληστερόλη μεταβολίζεται και αποβάλλεται δια μέσου του πεπτικού σωλήνα. Επιπρόσθετα η λιποπρωτεΐνη HDL χοληστερόλη έχει αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις που μειώνουν τις βλάβες στις αρτηρίες.
Κατά γενικό κανόνα, όσο πιο ψηλή είναι η καλή HDL χοληστερόλη, τόσο μεγαλύτερη είναι η δυνατότητα του οργανισμού να απομακρύνει τη χοληστερόλη από τα αγγεία και να αποτρέπει τη δημιουργία ή επιδείνωση της αθηρωμάτωσης.

Όταν η καλή HDL χοληστερόλη, είναι χαμηλή στο αίμα, ο κίνδυνος αθηρωμάτωσης και στένωσης ή απόφραξης των αγγείων είναι μεγαλύτερος.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η καλή HDL χοληστερόλη, προφυλάσσει τα αγγεία, βοηθά στο να διατηρούνται ανοικτά μειώνοντας τον κίνδυνο στένωσης και απόφραξης.

Μια άλλη μορφή τής LDL είναι η λιποπρωτεΐνη (α), η οποία γράφεται ως Lp(a). Είναι η ίδια με την LDL με μόνη διαφορά, ότι έχει δύο τύπους πρωτεΐνης προσκολλημένους στην εξωτερική της επιφάνεια. Όλες οι λιποπρωτεΐνες έχουν πρωτεΐνες προσκολλημένες στην εξωτερική τους επιφάνεια. Με αυτό τον τρόπο οι υποδοχείς των κυττάρων στο σώμα τις αναγνωρίζουν.

Οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν, ότι η χοληστερίνη είναι βλαβερή για τον οργανισμό τους. Και όμως, η χοληστερίνη είναι απαραίτητη για τη ζωή μας. Η χοληστερίνη είναι τόσο ζωτική, που όλα τα κύτταρα εκτός από τους νευρώνες μπορούν να παράγουν χοληστερίνη και μια από τις κύριες λειτουργίες τού συκωτιού είναι να συνθέτει χοληστερίνη.

Στους ανθρώπους, η χοληστερίνη υπηρετεί πολλές σημαντικές λειτουργίες:

1. Χρησιμοποιείται από το σώμα για την κατασκευή στεροειδών ή ορμονών σαν την κορτιζόνη, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών ορμονών. Τέτοιες ορμόνες είναι η τεστοστερόνη, τα οιστρογόνα και η κορτιζόνη. Αυτές οι ορμόνες ελέγχουν χιλιάδες σωματικές λειτουργίες.


2. Βοηθάει το συκώτι να παράγει χολικά οξέα. Αυτά τα οξέα είναι απαραίτητα για την πέψη των λιπών και απαλλάσσουν το σώμα από απόβλητα.


3. Δρα για να συνδέει τα μόρια λιπιδίων, τα οποία σταθεροποιούν τις κυτταρικές μεμβράνες. Ως εκ τούτου, η χοληστερίνη είναι ένας ζωτικός δομικός λίθος  για όλους τους ιστούς τού σώματος.


4. Είναι ένα απαραίτητο μέρος τού ελύτρου μυελίνης. Το έλυτρο μυελίνης εξασφαλίζει, ότι ο εγκέφαλος λειτουργεί σωστά. Χωρίς το έλυτρο μυελίνης είναι δύσκολο να συγκεντρωθούμε και μπορούμε να χάσουμε τη μνήμη. 


5. Έχει ευεργετικές επιδράσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα. Οι άνδρες με υψηλή χοληστερίνη έχουν ισχυρότερο ανοσοποιητικό σύστημα από τους άνδρες με χαμηλή χοληστερίνη, όπως μπορεί να φανεί από το γεγονός, ότι έχουν περισσότερα λεμφοκύτταρα, ολικά Τ-κύτταρα, βοηθητικά Τ-κύτταρα και CD8+ κύτταρα. Επιπλέον, πολλές ποικιλίες βακτηρίων, που μας κάνουν να αρρωσταίνουμε, σχεδόν εντελώς απενεργοποιούνται από την LDL χοληστερίνη.


6. Το σώμα χρησιμοποιεί τη χοληστερίνη και τη δράση των ηλιακών ακτίνων στο δέρμα μας, για να παράγει βιταμίνη D, που είναι ζωτική για τα οστά και το νευρικό σύστημα, τη σωστή ανάπτυξη, τον μεταβολισμό των μετάλλων, τον μυϊκό τόνο, την παραγωγή ινσουλίνης, την αναπαραγωγή και τη λειτουργία τού ανοσοποιητικού συστήματος. 


7. Η χοληστερίνη δρα ως αντιοξειδωτικό προστατεύοντάς μας από τη βλάβη των ελευθέρων ριζών, που οδηγεί σε καρδιοπάθεια και καρκίνο.


8. Η χοληστερίνη χρησιμοποιείται για τη σωστή λειτουργία των υποδοχέων σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Επειδή η σεροτονίνη είναι το φυσικό συστατικό με το οποίο αισθανόμαστε καλά, δεν είναι έκπληξη, ότι χαμηλά επίπεδα χοληστερίνης έχουν συνδεθεί με επιθετική και βίαιη συμπεριφορά, κατάθλιψη και τάση για αυτοκτονία.


9. Το γάλα τής μητέρας είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε χοληστερίνη και περιέχει ένα ειδικό ένζυμο, που βοηθά το βρέφος να αξιοποιήσει αυτό το συστατικό. Τα βρέφη και τα παιδιά χρειάζονται τροφές πλούσιες σε χοληστερίνη κατά τη διάρκεια των χρόνων τής ανάπτυξης, για να εξασφαλίσουν σωστή ανάπτυξη τού εγκεφάλου και τού νευρικού συστήματος.


10. Η διατροφική χοληστερίνη παίζει έναν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση τής υγείας τού εντερικού τοιχώματος. Αυτή είναι η αιτία, που οι χαμηλές σε χοληστερίνη δίαιτες μπορούν να οδηγήσουν σε σύνδρομο διαπερατότητας τού εντέρου και σε άλλες εντερικές παθήσεις.


11. Το σώμα χρησιμοποιεί τη χοληστερίνη, για να επισκευάσει τα κύτταρα, που έχουν πάθει βλάβη.

Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι όλα αυτά χρειάζονται μεγάλη ποσότητα χοληστερίνης. Είναι αδύνατο να φάμε τόσο πολύ χοληστερίνη, για να καλύψουμε τις καθημερινές μας ανάγκες. Για να καλύψει αυτό το κενό, το συκώτι πρέπει να παράγει τέσσερις ή πέντε φορές περισσότερη χοληστερίνη από αυτήν που καταναλώνουμε. Βρώσιμες πηγές χοληστερόλης είναι κυρίως ζωικής προέλευσης, αν και υπάρχουν ουσίες που μοιάζουν με τη χοληστερόλη και στα φυτά.
Υπάρχουν άνθρωποι των οποίων η περιεκτικότητα σε χοληστερόλη έχει τάσεις αύξησης είτε επειδή παράγουν περισσότερη χοληστερόλη ίσως για κληρονομικούς λόγους, είτε επειδή εμφανίζουν αυξημένη απορρόφηση χοληστερόλης από τις τροφές.


Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

Drug Test ούρων


Στο ιατρείο μας γίνεται με εξέταση ούρων ανίχνευση ναρκωτικών ουσιών. Οι ουσίες που ανιχνεύονται είναι σχεδόν όλες οι κυκλοφορούσες. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις:

  • Αμφεταμίνες
  • Κοκαΐνη
  • Ινδική κάνναβις- Χασίς - Μαριχουάνα
  • Οπιούχα- Ηρωίνη
  • PCP
  • Βαρβιτουρικά
  • Βενζοδιαζεπίνες
  • Μεθαδόνη
  • Methaqualone
  • Propoxyphene
  • Αλκοόλ
Η συλλογή των ούρων γίνεται σε ένα απλό βαζάκι ούρων που προμηθεύεστε από το φαρμακείο ή από το ιατρείο μας,
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

PLAC TEST










                                    


Το μικροβιολογικό Ιατρείο μας αναλαμβάνει την πραγματοποίηση της νέας εξέτασης PLAC TEST.
Ο έλεγχος PLAC TEST είναι μια εξέταση αίματος που μετρά τα επίπεδα της Lp – PLA2(Lipoprotein - Associated Phospholipase A2) , ενός ενζύμου με υψηλή εξειδίκευση στην αγγειακή φλεγμονή και εμπλοκή στον σχηματισμό της ευάλωτης αθηρωματικής πλάκας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το PLAC TEST είναι η μοναδική εγκεκριμένη από το FDA εξέταση αίματος για την εκτίμηση του κινδύνου στεφανιαίας νόσου και ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου σχετιζόμενων με την αθηροσκλήρωση.

Να αναφέρουμε ότι σε ποσοστό 68%, τα καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια οφείλονται όχι στη στένωση αρτηριών, αλλά στο σπάσιμο μιας μικρής αθηρωματικής πλάκας, που έχει σαν βάση κάποια φλεγμονή της πλάκας αυτής. Έως σήμερα, οι ειδικοί γιατροί μπορούσαν να υποπτευθούν, αλλά και να απεικονίσουν, την αθηροσκλήρωση με υπερηχογράφημα των αρτηριών και ειδικότερα των καρωτίδων και στη συνέχεια, με ειδικές καρδιολογικές εξετάσεις, να διαπιστώσουν αν υπάρχουν βλάβες ακόμη και στις αρτηρίες της καρδιάς και αν αυτές προκαλούν σημαντικές στενώσεις στις αρτηρίες.

Έως τώρα γνωρίζαμε ότι όταν αυξάνεται η C αντιδρώσα πρωτεϊνη (CRP), σηματοδοτείται η ύπαρξη γενικής φλεγμονής. Όμως, η CRP, έστω και η υψηλής ευαισθησίας hCRP, υποδηλώνει φλεγμονή οπουδήποτε στο σώμα, ενώ η Lp – PLA2 (Α2 φωσφολιπάση) υποδηλώνει φλεγμονή στα τοιχώματα των αρτηριών. Το γεγονός αυτό πρέπει να ανησυχεί ιδιαίτερα, τόσο το γιατρό, όσο και τον ασθενή γιατί τότε υπάρχει αυξημένος κίνδυνος καρδιακού ή εγκεφαλικού επεισοδίου.

Σύμφωνα με στοιχεία δημοσιευμένης έρευνας πάνω σε αυτό το θέμα, οι ασθενείς με κακή χοληστερίνη (LDL), ακόμη και μικρότερη από 130mg/dl και αυξημένη Α2 φωσφολιπάση, έχουν διπλάσιο κίνδυνο για καρδιακό συμβάν. Στην περίπτωση του εγκεφαλικού επεισοδίου, ακόμη και εάν η αρτηριακή πίεση είναι φυσιολογική, όταν η Α2 φωσφολιπάση είναι αυξημένη, ο ασθενής διατρέχει διπλάσιο κίνδυνο να πάθει εγκεφαλικό επεισόδιο. Στις περιπτώσεις, μάλιστα, που παρατηρείται υπέρταση, τότε ο κίνδυνος του εγκεφαλικού επεισοδίου επταπλασιάζεται. Γενικά, η αυξημένη τιμή της φωσφολιπάσης Αδίνει «πράσινο φως» για εντατικοποίηση, τόσο της προληπτικής, όσο και της φαρμακευτικής θεραπείας. Η αθηροσκλήρωση είναι η υποκείμενη αιτία όλων των μορφών της καρδιαγγειακής νόσου, η οποία αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες θανάτου στην Ευρώπη. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, 4.300.000 άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο στην Ευρώπη από καρδιαγγειακή νόσο, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στην 9η θέση, σε ό,τι αφορά τη θνητότητα από στεφανιαία νόσο και στην 17η , από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.
                                        




Πιο συγκεκριμένα Η Lp- PLA2 είναι  ένας νέος δείκτης:
  •   Ειδικός για τη φλεγμονή των αγγείων.
  • Όταν είναι αυξημένη διπλασιάζεται ο κίνδυνος, ανεξάρτητα από τους άλλους παράγοντες.
  •  Βοηθά στον εντοπισμό ασθενών που χρειάζονται πιο επιθετική θεραπεία.

Τα φάρμακα που μειώνουν τα καρδιαγγειακά συμβάντα, όπως στατίνες και φιμπράτες, μειώνουν και τα επίπεδα της  Lp- PLA2.

Η καινοτομία και ταυτόχρονα το πλεονέκτημα του PLAC TEST σε σχέση με τις άλλες εξετάσεις συνοψίζεται στα εξής: 

1.   Είναι ειδικός δείκτης για τη φλεγμονή των αγγείων, έτσι δεν αυξάνεται σε κοινές λοιμώξεις ή στην αρθρίτιδα.

2. Είναι ανεξάρτητος από όλους τους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά , συμπεριλαμβανομένου του Μεταβολικού Συνδρόμου.

3.   Έχει  υψηλή συσχέτιση με τη παρουσία της ευάλωτης πλάκας και φαίνεται να συμμετέχει στη δημιουργία της φλεγμονής  και όχι απλά να συσχετίζεται με αυτή.

Να επισημάνουμε ότι για την εξέταση του PLAC TEST δεν απαιτείται προετοιμασία του ασθενούς και γίνεται με μια απλή αιμοληψίαΕπίσης δεν είναι απαραίτητη η νηστεία ή η διακοπή τυχόν φαρμακευτικής αγωγής.

Τα αποτελέσματα της εξέτασης είναι ειδικά για την φλεγμονή που οφείλεται στην αθηροσκλήρωση και δεν υπάρχει κίνδυνος για ψευδώς θετικά αποτελέσματα λόγω λοιμώξεων, ρευματολογικών νόσων ή παχυσαρκίας.

Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615.