Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Τι είναι ο αιματοκρίτης;

Ο αιματοκρίτης είναι ένας βιολογικός δείκτης που φανερώνει το ποσοστό του όγκου που καταλαμβάνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα. Εκφράζεται ως ποσοστό του όγκου ερυθρών αιμοσφαιρίων ανά συγκεκριμένη ποσότητα αίματος. Συντομογραφείται ως ΗΤ, HCT, PCV (packed cell volume, δηλ. «συμπιεσμένος όγκος κυττάρων») ή και EVF (erythrocyte volume fraction, δηλ. «κλασματικός όγκος ερυθροκυττάρων»). Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο αιματοκρίτης δείχνει «πόσο πυκνό είναι το αίμα». Ο αιματοκρίτης χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί η αναιμία (μαζί με την τιμή της αιμοσφαιρίνης).

Οι φυσιολογικές τιμές κυμαίνονται κατά μέσο όρο γύρω στο 45%, και πιο συγκεκριμένα σε 42-52% για τους άνδρες και σε 35-47% για τις γυναίκες. Οι τιμές μπορούν να διαφοροποιούνται από εργαστήριο σε εργαστήριο και, παράλληλα, ανάλογα με την ηλικία του εξεταζόμενου. Στα θηλαστικά, ο αιματοκρίτης είναι ανεξάρτητος του σωματότυπου. Τα φυσιολογικά επίπεδα του αιματοκρίτη καθορίζονται κυρίως από την ηλικία και δευτερευόντως από το φύλο. ). Μετά τα 60 οι άντρες και οι γυναίκες έχουν ελαφρά χαμηλότερες τιμές αιματοκρίτη κάτι που αντανακλά τον χαμηλότερο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων σε αυτήν την ηλικία. Ο προσδιορισμός του αιματοκρίτη συνήθως πραγματοποιείται στα πλαίσια μιας γενικής εξέτασης αίματος στην οποία προσδιορίζονται και άλλα βιοχημικά δεδομένα όπως ο αριθμός ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων, των αιμοπεταλίων κ.ά.

Όταν ο αιματοκρίτης είναι εκτός των παραπάνω ορίων αναφοράς, τότε το άτομο έχει χαμηλό ή υψηλό αιματοκρίτη. Μια χαμηλή τιμή αιματοκρίτη μπορεί να υποδηλώνει λιγότερα ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα από το κανονικό. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια (ερυθροκύτταρα) παράγονται στο μυελό των οστών μετά από την επίδραση της ερυθροποιητίνης, μιας ορμόνης που εκκρίνεται κυρίως στα νεφρά. Μία μικρή ποσότητα ερυθροποιητίνης παράγεται από κύτταρα του ήπατος. Ο μυελός των οστών κάτω από την επίδραση της ερυθροποιητίνης και μόνο επί παρουσίας θρεπτικών ουσιών όπως σιδήρου, βιταμίνης Β12, φυλλικού οξέως, παράγει τα ερυθρά αιμοσφαίρια τα οποία απελευθερώνει στο αίμα. Μετά από περίπου 120 μέρες, το γερασμένο ερυθρό αιμοσφαίριο καταστρέφεται στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα και ιδιαίτερα στο σπλήνα.
Τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι απαραίτητα για την μεταφορά του οξυγόνου στους ιστούς, μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Αυτό γίνεται με την αιμοσφαιρίνη (hemoglobin), μια πρωτεΐνη που περιέχουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια, η οποία δεσμεύει το οξυγόνο που εισπνέουμε και το απελευθερώνει στα τριχοφόρα αγγεία. Το μέσο ερυθροκύτταρο περιέχει 350 εκατομμύρια μόρια αιμοσφαιρίνης, καθένα από τα οποία μπορεί να μεταφέρει 4 μόρια οξυγόνου. Η βαθμιαία εγκατάσταση αναιμίας δίνει συχνά στον οργανισμό τον απαιτούμενο χρόνο για να κινητοποιήσει τους εγγενείς αντιρροπιστικούς του μηχανισμούς με αποτέλεσμα τα συμπτώματα να εμφανίζονται μόνο όταν η αναιμία γίνει βαριά, ιδίως μάλιστα εάν πρόκειται για μη ηλικιωμένο άτομο.

Ο αιματοκρίτης αποτελεί βασικό δείκτη της κατάστασης ενυδάτωσης, αναιμίας ή σοβαρής απώλειας αίματος του σώματος, καθώς και της ικανότητας του σώματος να μεταφέρει οξυγόνο. Η εμφάνιση μειωμένου αιματοκρίτη μπορεί να οφείλεται είτε σε υπερυδάτωση, η οποία αυξάνει τον όγκο πλάσματος, είτε σε μείωση του αριθμού των ερυθροκυττάρων, η οποία προκαλείται από αναιμίες, απώλεια αίματος ή ασθένειας που συνδέεται με την καταστροφή ή τη μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων. Αυξημένος αιματοκρίτης μπορεί να αποτελεί ένδειξη απώλειας υγρών, όπως στην περίπτωση αφυδάτωσης, θεραπείας με διουρητικά και εγκαυμάτων, ή σε αύξηση του αριθμού των ερυθροκυττάρων, όπως στην περίπτωση καρδιαγγειακών διαταραχών, αληθούς πολυκυτταραιμίας και μειωμένου αερισμού.

Αν ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων υπολείπεται του κανονικού, τότε οι αιματολογικές εξετάσεις θα δείξουν χαμηλό αιματοκρίτη, που σημαίνει ότι τα διάφορα όργανα του σώματος δεν λαμβάνουν αρκετό οξυγόνο. Σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί να εμφανιστούν τα συμπτώματα της αναιμίας
  • εύκολη κόπωση
  • δύσπνοια
  • απώλεια αντοχής
  • αδυναμία συγκέντρωσης
  • αίσθημα ταχυκαρδίας
  • συχνές ζαλάδες
  • λιποθυμική τάση η οποία μπορεί να φτάσει και έως την λιποθυμία.
  • χλωμό δέρμα
  • ερυθρίαση (ξαφνικό κοκκίνισμα του δέρματος)
  • συχνοί πονοκέφαλοι

Η αναιμία είναι η πιο συχνή κατάσταση που προκαλεί χαμηλό αιματοκρίτη. Ενίοτε δεν πρόκειται για αληθή αναιμία, αλλά για φορεία στίγματος αναιμίας, που προκαλεί μικρή πτώση του αιματοκρίτη.
Στην αναιμία υπάρχει πτώση της μάζας των ερυθρών αιμοσφαιρίων που κυκλοφορούν στο αίμα, με αποτέλεσμα την ελάττωση της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης του αίματος και του αιματοκρίτη. Αιματοκρίτης κάτω από 30 υποδηλώνει μέτρια έως σοβαρή αναιμία.

Κάθε νόσημα ή παθολογικός παράγοντας που προκαλεί ελάττωση του ρυθμού παραγωγής των ερυθρών αιμοσφαιρίων ή ελάττωση του μέσου όρου ζωής των ερυθρών αιμοσφαιρίων έχει ως αποτέλεσμα αναιμία.

Οι γυναίκες πρέπει να ξέρουν ότι κατά την εγκυμοσύνη, οι φυσιολογικές τιμές του αιματοκρίτη είναι χαμηλότερες από ότι συνήθως (π.χ. 34% σε μονή κύηση και 30% σε πολύδυμο κύηση). Οι χαμηλότερες τιμές του αιματοκρίτη όταν υπάρχει εγκυμοσύνη αντανακλούν τη φυσιολογική υδραιμία της κύησης και δεν δηλώνουν πραγματική αναιμία. Στην εγκυμοσύνη υπάρχει αύξηση του όγκου του πλάσματος της κυοφορούσας, με αποτέλεσμα να ‘αραιώνει’ η περιεκτικότητα του αίματος σε ερυθρά αιμοσφαίρια (αιμοαραίωση). Μιλάμε τότε για ‘φαινομενική’ αναιμία και όχι για πάθηση, εκτός και αν αυτή η κατάσταση επιδεινωθεί.
Να σημειωθεί ότι υπάρχουν φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν χαμηλό  ή υψηλό  αιματοκρίτη. Παροδική, μικρή πτώση του αιματοκρίτη προκαλείται από τις ιώσεις, την κόπωση, το stress και την αϋπνία. Χαμηλό αιματοκρίτη προκαλούν η κατάκλιση, η υπερφόρτωση με υγρά, οι διατροφικές ανεπάρκειες, ορισμένες ορμονικές διαταραχές και, όπως είπαμε, η εγκυμοσύνη.

Όταν υπάρχει πραγματική αναιμία (ανεξάρτητα από το αν υπάρχει εγκυμοσύνη) αυτή οφείλεται  συνήθως σε έλλειψη σιδήρου και αποκαλείται σιδηροπενική αναιμία. Εκτός από τη σιδηροπενική αναιμία, ο χαμηλός αιματοκρίτη μπορεί να οφείλεται και σε άλλες καταστάσεις, όπως σε έλλειψη βιταμινών ή ιχνοστοιχείων και κάποια χρόνια ασθένεια.

Ο χαμηλός αιματοκρίτης μπορεί επίσης να προκύψει όταν υπάρχει απώλεια αίματος. Η οξεία απώλεια αίματος από εσωτερική αιμορραγία (όπως από ένα αιμορραγικό έλκος) ή εξωτερική αιμορραγία (από το τραύμα) μπορεί να ρίξει τον αιματοκρίτη σε εκπληκτικά σύντομο χρονικό διάστημα (και να προκαλέσει αναιμία). Το ίδιο συμβαίνει όταν υπάρχουν επαναλαμβανόμενες μικρές αιμορραγίες (έλκη στομάχου, αιμορροΐδες κλπ). Οι νεαρές γυναίκες είναι πιθανό να έχουν χαμηλό αιματοκρίτη, λόγω της απώλειας αίματος κάθε μήνα με την κανονική έμμηνο ρύση. Αυτή η αναιμία είναι γενικά χωρίς σημαντικά συμπτώματα καθώς η απώλεια αίματος είναι σχετικώς μικρή και προσωρινή.
Για να διευκρινιστούν με ακρίβεια οι λόγοι μιας αναιμίας απαιτούνται αιματολογικές εξετάσεις πέραν του αιματοκρίτη. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει το σίδηρο, τη φερριτίνη δηλαδή τις αποθήκες σιδήρου, τη βιταμίνη Β12 και το φυλλικό οξύ.

Παρά το γεγονός ότι η έλλειψη σιδήρου αποτελεί το πιο συχνό αίτιο αναιμίας, η αναιμία μπορεί να προκληθεί από βλάβη σε οποιοδήποτε σημείο του κύκλου της ερυθροποίησης. Έτσι για παράδειγμα η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια προκαλεί μείωση της παραγωγής της ερυθροποιητίνης και αναιμία. Χρόνια νοσήματα που προκαλούν βλάβη στο μυελό των οστών, όπως καρκινώματα, χρόνιες φλεγμονές, λευχαιμίες έχουν ως αποτέλεσμα αναιμία.
Νοσήματα που εφοδιάζουν τον μυελό των οστών με άλλες ανεπαρκείς ωφέλιμες ουσίες εκτός του σιδήρου, όπως η έλλειψη Β12, φυλλικού οξέως έχουν ως αποτέλεσμα εμφάνιση αναιμίας.
Νοσήματα που προκαλούν αιμόλυση και αυξημένη καταστροφή ερυθρών όπως κληρονομικές θαλασσαιμίες και δρεπανοκυτταρικά σύνδρομα οδηγούν σε αναιμία.
Νοσήματα που προκαλούν απώλεια ερυθρών λόγω αιμορραγίας όπως είναι η γαστρορραγία έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αναιμίας. Η ασφαλής διερεύνηση ορισμένων περιπτώσεων αναιμίας μπορεί να απαιτεί πολύπλοκο εργαστηριακό έλεγχο ή και εισαγωγή στο νοσοκομείο.
Κατά τη σωστή ιατρική εξέταση από τον παθολόγο, που διαθέτει γνώση και κλινική εμπειρία, ο χαμηλός αιματοκρίτης αξιολογείται με βάση στοιχεία από το ιστορικό σε συνδυασμό με τα ευρήματα της ιατρικής φυσικής εξέτασης και των εργαστηριακών ελέγχων. Η ακριβής εντόπιση του αιτίου, που προκαλεί χαμηλό αιματοκρίτη, είναι σημαντική για την χορήγηση της ενδεικνυόμενης αγωγής.

Ο υψηλός αιματοκρίτης στη συνείδηση αρκετών είναι λανθασμένα δείκτης υγείας. Πότε όμως και για ποιους λόγους πρέπει να μας ανησυχούν τα «κόκκινα μάγουλα» και ο «πολύ καλός αιματοκρίτης»;
Ο υψηλός αιματοκρίτης (ερυθροκυττάρωση) μπορεί να είναι τυχαίο εύρημα στον τακτικό εργαστηριακό έλεγχο ή να διαπιστωθεί στα πλαίσια διερεύνησης κάποιου συμπτώματος, όπως θρόμβωση, υπέρταση, ζάλη, κεφαλαλγία. 

Οι υψηλές τιμές αιματοκρίτη οφείλονται συνήθως σε αφυδάτωση (καθώς μειώνεται ο όγκος του αίματος) αλλά οι τιμές επανέρχονται σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από επαρκή πρόσληψη υγρών. Πιο σπάνια ο υψηλός αιματοκρίτης συνδέεται με αυξημένο αριθμό ερυθροκυττάρων σε επίπεδα πάνω από τα φυσιολογικά. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται γνήσια ερυθραιμία (polycythemia vera) και προκύπτει είτε γιατί υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο μυελό των οστών, είτε, συνηθέστερα, ως εξισορρόπηση του οργανισμού στην ανεπαρκή πνευμονική λειτουργία, ο μυελός των οστών παράγει περισσότερα ερυθροκύτταρα ώστε να μεταφέρουν επαρκές οξυγόνο σε όλο το σώμα. Στις περιπτώσεις που σε επανειλημμένες αιματολογικές εξετάσεις ο αιματοκρίτης βρίσκεται αυξημένος, πρέπει να γίνει η διερεύνηση της αιτίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση αναβολικών αλλά και άλλων φαρμάκων, όπως ανδρογόνα, η θυροξίνη, οι αυξητικές ορμόνες και τα κορτικοειδή ενοχοποιούνται για αύξηση του αιματοκρίτη.

Τα μονίμως πολλά ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα (γνήσια ερυθραιμία) δεν είναι καλό για την υγεία.  Υψηλός αιματοκρίτης που οφείλεται σε ερυθραιμία σημαίνει ότι το «αίμα είναι αρκετά πυκνό» κάτι που αυξάνει την αρτηριακή πίεση ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να σχηματισθεί πιο εύκολα θρόμβος και τελικά καρδιακή προσβολή (έμφραγμα).  Άτομα με αιματοκρίτη πάνω από 50% εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου ή εγκεφαλικού επεισοδίου.

Επίσης, ο κίνδυνος για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αυξάνεται σημαντικά όταν ο αιματοκρίτης είναι υψηλός. Άνδρες με αιματοκρίτη πάνω από 48% εμφανίζουν 4 φορές υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 απ’ ότι άνδρες με αιματοκρίτη κάτω από 42%. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα συμβαίνει διότι όταν το αίμα είναι πυκνό, η ινσουλίνη δυσκολεύεται να μεταφέρει τη γλυκόζη μέσα στα κύτταρα με αποτέλεσμα να ανεβαίνει το «ζάχαρο» στο αίμα, με άλλα λόγια να προκαλείται διαβήτης τύπου 2.


Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού τηλεφωνήστε στα 210-2011741 και 210-2013615,  Καυτατζόγλου 35, Πατήσια.

1 σχόλιο:

  1. The Casino Review | A Review of Newest Casino Sites in 2021
    Our comprehensive review 슈 의 캐릭터 슬롯 머신 of 바카라테이블 the best casino games 코인바카라 you'll ever play. Includes all the games and features to 프라그마틱 슬롯 get started safely. Rating: 8/10 · ‎Review by Barbara Kraft 벳 365

    ΑπάντησηΔιαγραφή